Άρθρα

Η Έξοδος (π. Δημητρίου Μπόκου)

Οἱ μάγοι, «Περσῶν βασιλεῖς», ἄνθρωποι τῆς σοφίας, ἦλθαν «ἐξ ἀνατολῶν» καὶ προσκύνησαν τὸ νεογέννητο νήπιο τῆς Βηθλεέμ, τὸν Χριστό. Τοῦ πρόσφεραν τρία δῶρα συμβολικά, «χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν», μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ἀναγνώριζαν ὡς βασιλέα καὶ Θεὸ ἐνανθρωπήσαντα. Μὲ τὸ χρυσάφι τὸν τίμησαν ὡς βασιλέα. Μὲ τὸ λιβάνι (θυμίαμα) ὡς Θεό. Καὶ μὲ τὴ σμύρνα (μύρο) ὡς ἄνθρωπο, ποὺ θὰ ὑφίστατο ὑπὲρ ἡμῶν θάνατο καὶ θὰ κατέβαινε στὸν τάφο, τυλιγμένος «σινδόνι καθαρᾷ καὶ ἀρώμασιν», καθὼς ἦταν τὸ «ἔθος τοῖς Ἰουδαίοις ἐνταφιάζειν».

Καὶ οἱ μὲν μάγοι ἀναχώρησαν γιὰ τὴ χώρα τους, ἐνῶ ὁ Ἡρώδης τοὺς περίμενε ματαίως γιὰ νὰ τὸν πληροφορήσουν «περὶ τοῦ παιδίου». Καὶ ὅταν εἶδε ὅτι «ἐνεπαίχθη», διέταξε τὴ φοβερὴ σφαγὴ τῶν νηπίων ἀπὸ δύο χρονῶν καὶ κάτω στὴ Βηθλεὲμ καὶ σὲ ὅλα τὰ περίχωρά της. Ὁ Ἰωσὴφ ὅμως, πληροφορημένος ἀπὸ ἄγγελο Κυρίου, διέφυγε μὲ τὸ θεῖο βρέφος καὶ τὴν Παναγία στὴν Αἴγυπτο. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἡρώδη ἐπέστρεψαν ξανὰ καὶ κατοίκησαν στὴ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας. Ἔτσι ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία: «Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου» (Κυριακὴ μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν). Ἡ Αἴγυπτος νοεῖται πάντα ὡς τόπος πνευματικῆς δουλείας-ἁμαρτίας.

Ἡ προφητεία αὐτὴ ξεκινάει μὲ τὸ γεγονὸς τῆς ἐκλογῆς τοῦ Μωυσῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ἡγηθεῖ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ποὺ τὰ χρόνια ἐκεῖνα στέναζε κάτω ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ Φαραὼ στὴν Αἴγυπτο. Τοῦ λέει τότε ὁ Θεός: «Υἱὸς πρωτότοκός μου Ἰσραήλ». Εἶχε ἰδιαίτερη ἀγάπη ὁ Θεὸς στὸν λαό του, γιατὶ ἦταν ἀπόγονοι τοῦ ἐκλεκτοῦ του Ἀβραάμ. Ὑπάρχει καὶ μιὰ εἰκόνα στὸν προφήτη Ἡσαΐα, ὅπου ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ παρομοιάζεται μὲ ἀμπελώνα, τὸν ὁποῖο φυτεύει καὶ περιποιεῖται μὲ περισσὴ φροντίδα ὁ Θεός. Ἐκεῖ ὁ λαὸς καὶ εἰδικότερα ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ γεννιόταν ὁ Χριστός, ὀνομάζεται «νεόφυτον ἠγαπημένον» (Ἐξ. 4, 22. Ἡσ. 5, 1-7).

Ὁ λαὸς αὐτὸς ἐν τῇ γενέσει του, ὀλιγάριθμος, κατέφυγε ἀρχικὰ στὴν Αἴγυπτο γιὰ νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὸν ἀφανισμὸ τῆς πείνας, ἀλλὰ καταδυναστεύτηκε κατόπιν ἀπὸ τὸν Φαραώ. Ὁ Θεὸς ὀργάνωσε τότε διὰ τοῦ Μωυσέως τὴ μεγάλη ἔξοδο ἀπὸ τὴ γῆ τῆς δουλείας καὶ τὴν ἐπάνοδό του στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, πράγμα ποὺ μνημονεύει καὶ ὁ προφήτης Ὠσηέ: «…νήπιος Ἰσραήλ, καὶ ἐγὼ ἠγάπησα αὐτόν· καὶ ἐξ Αἰγύπτου μετεκάλεσα τὰ τέκνα αὐτοῦ». Ἀπὸ τὴ νηπιακή του ἡλικία ὁ λαὸς αὐτὸς ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸν Θεό. Οἱ ἀπόγονοί του κλήθηκαν νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ νὰ μεταβοῦν στὴ γῆ ποὺ εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Θεὸς στοὺς πατέρες τους, Ἀβραάμ, Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ (Ὠσ. 11, 1).

Ἡ ἔξοδος τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο συμβολίζει καὶ προεικονίζει τὴν ἀντίστοιχη πορεία τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, ὅπου εἶχε καταφύγει γιὰ νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὴ μανία τοῦ Ἡρώδη, καλεῖ τώρα ξανὰ ὁ Θεὸς τὸν Υἱό του τὸν πρωτότοκο, τὸν Μονογενῆ, ὅπως παλιὰ τὸν Ἰσραήλ.

Ἡ Αἴγυπτος δὲν εἶναι ὁ τόπος μας. Μᾶς καλεῖ ὅλους στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας του ὁ Θεός.

Καλὸ Ἅγιο Δωδεκαήμερο! Καλὴ Χρονιά! Χρόνια πολλά!

 

«Ἀντιύλη». Ἱ. Ν. Ἁγ. Βασιλείου, Πρέβεζα

Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος (π. Δημητρίου Μπόκου)

Συνεορταζόταν τὸ πάλαι ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων. Καὶ στὶς δυὸ ἑορτὲς ὑπάρχει κοινὸ θέμα, κοινὸς σκοπός: Μιὰ πρωτόγνωρη θεοφάνεια. Ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Μὲ τὸν δικό της τρόπο ἡ καθεμιὰ ἀναδεικνύει τὸ ἀσύλληπτο μυστήριο, «τὸ πάντων καινῶν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον» (ἅγ. Ἰω. Δαμασκηνός). Δὲν ὑπῆρξε οὔτε θὰ ὑπάρξει πιὸ πρωτοφανές, πιὸ σπουδαῖο γεγονὸς ἀπὸ τὴν κάθοδο τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, τὴν ἐνσάρκωση, τὴν ἐμφάνιση καὶ τὴ συναναστροφή του μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Τί μεγαλύτερο θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει ἀπ’ τὸ νὰ γίνει ὁ Θεὸς ἄνθρωπος;

Φέτος οἱ δυὸ ἑορτὲς συναντῶνται ξανά. Ἡ Κυριακὴ μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν εἶναι ταυτόχρονα καὶ Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων. Ἀπὸ τὴ μιὰ ψάλλονται οἱ ὕμνοι τῆς Γέννησης, γιὰ νὰ ἀποδοθεῖ (νὰ ὁλοκληρωθεῖ καὶ νὰ κλείσει) ὁ ἑορτασμὸς τῶν Χριστουγέννων, ἀπὸ τὴν ἄλλη προαναγγέλλονται τὰ Θεοφάνεια. Ὁ Πρόδρομος, κηρύσσοντας στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, «ὅπου ἐξεπορεύετο πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώρα καὶ οἱ Ἱεροσολυμῖται, καὶ ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ὑπ’ αὐτοῦ», προέλεγε ὅτι πίσω του ἐρχόταν κάποιος πολὺ ἰσχυρότερός του. Τόσο μεγάλος, ποὺ αὐτός, ὁ Πρόδρομος, δὲν ἦταν ἄξιος οὔτε νὰ σκύψει γιὰ νὰ τοῦ λύσει τὰ κορδόνια τῶν ὑποδημάτων του.

Αὐτὸς ὁ μέγας καὶ ἰσχυρὸς «βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Ἦρθε γιὰ νὰ ἀναπλάσει μὲ τὴν πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὸν παλαιὸ κόσμο. Νὰ τὸν ἀναχωνεύσει μέσα στὸ «καταναλίσκον» τὴν ἁμαρτία «πῦρ» τῆς Θείας Χάριτος, νὰ φτιάξει ἀπὸ αὐτὸν ἕναν θαυμαστὸ καινούργιο κόσμο. Ὄχι σὰν αὐτὸν ποὺ ὀνειρεύεται ὁ ἐπηρμένος ἀπ’ τὴν τεχνολογία του ἄνθρωπος τῆς νέας ἐποχῆς. Ὁ κόσμος τοῦ Θεοῦ εἶναι μιὰ καινούργια κτίση, ἀναγεννημένη ἐκ τῶν ἔσω. Ἀνέτειλε ἐκ τῆς Παρθένου ὁ νοητὸς ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστός, γιὰ νὰ γίνει φῶς σὲ ἕναν κόσμο γεμάτο σκοτάδι. «Ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου». Καὶ μᾶς καλεῖ νὰ γίνουμε μέρος τοῦ δικοῦ του κόσμου, ἀφήνοντας τὸ ψέμα καὶ μετέχοντας στὴν ἀλήθεια. Ἀλλὰ ἀληθινοὶ ἄνθρωποι γινόμαστε ἐκ τῶν ἔσω. Μὲ τὸν ἀδιάλειπτο ἀγώνα κατὰ τῆς ρίζας ὅλων τῶν παθῶν, τοῦ ἐπάρατου ἐγωκεντρισμοῦ.

Μετέχουν λοιπὸν στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, μόνο ὅσοι νεκρώνουν τὴ σάρκα τους, τὸν σαρκικὸ ἄνθρωπο, μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες του. Αὐτοὶ ἀποκαθηλώνουν τὸν ἑαυτό τους, βάζουν σὲ δεύτερο πλάνο τὶς δικές τους ἐπιδιώξεις, τὴ δική τους εὐχαρίστηση. Σὲ πρῶτο ἔχουν πάντα τὸν συνάνθρωπο, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν πλησιέστερο, τὸν σύντροφό τους. Εἶναι οἱ ὄντως ταπεινοί. Ζοῦν γιὰ τὸν ἄλλον πρῶτα, μετὰ γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Γίνονται «εἰς ἀλλήλους χρηστοί, εὔσπλαγχνοι», ἀλληλοσυγχωρούμενοι, ὅπως ὁ Θεὸς συγχωρεῖ ἐμᾶς διὰ τοῦ Χριστοῦ (Γαλ. 5, 24. Ἐφ. 4, 32).

«καινὴ κτίσις», ὁ θαυμαστὸς καινούργιος κόσμος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐδῶ. Εἴμαστε μέσα;

Καλὸ Ἅγιο Δωδεκαήμερο! Καλὸ μήνα! Καλὴ χρονιά! Χρόνια πολλά!

«Ἀντιύλη». Ἱ. Ν. Ἁγ. Βασιλείου, Πρέβεζα